Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 07, 2017

Η ανάγκη της αρνητικής κριτικής



«Γιατί δεν κρίνονται τα βιβλία;»

Έτσι τελειώνει την σύντομη επιστολή του προς την «Καθημερινή» ο αναγνώστης της αρχιτέκτων, Νίκος Καλαβριάς. (Δημοσιεύθηκε στις 6.9.17). Στο γράμμα του παραπονιέται ότι, όποτε ακολούθησε «τις έντυπες συστάσεις βιβλιοκριτικών», απογοητεύτηκε. Και παρατηρεί πως πρόκειται για «ανώδυνα άρθρα στο πνεύμα όχι της ουσιαστικής κριτικής αλλά της ‘παρουσίασης’». Θυμάται τις «αυστηρές αλλά δίκαιες κριτικές ενός Απόστολου Σαχίνη» και αναρωτιέται: «Πώς θα αναδειχθεί το καλό από το μέτριο».

Με άλλα λόγια επισημαίνει κάτι γνωστό (στους επαΐοντες) και σωστό. Την παντελή απουσία  αρνητικής κριτικής – της κριτικής που επικρίνοντας και κατακρίνοντας ένα βιβλίο, επισημαίνει τις αδυναμίες και έμμεσα απεικονίζει τα κριτήρια του καλού. 

Πραγματικά, αν κάναμε μία στατιστική των βιβλίων που φιλοξενούνται στις σελίδες ή τα ένθετα των εντύπων θα συναντούσαμε σχεδόν αποκλειστικά θετικές γνώμες. Ενώ προφανώς δεν έπαψαν να υπάρχουν μέτρια ή και άθλια βιβλία, που μάλιστα πιθανότατα είναι και τα περισσότερα.

Η πρώτη απάντηση που θα πάρετε διατυπώνοντας την σχετική απορία είναι απλή: «Γιατί να ασχολείται κανείς με ασήμαντα βιβλία όταν δεν προλαβαίνει καν να αναδείξει τα σημαντικά;»

Πραγματικά στην Ελλάδα κυκλοφορούν κάθε χρόνο αρκετές χιλιάδες νέα βιβλία – τα περισσότερα λογοτεχνικά, ελληνικά και ξένα. Πόσες είναι οι στήλες της κριτικής; Αν στις εφημερίδες προσθέσουμε και τα (ελάχιστα πια) ειδικά περιοδικά δεν θα αθροίσουμε περισσότερα από 500 δημοσιεύματα το χρόνο. Που σημαίνει πως, στην καλύτερη περίπτωση, ούτε το 10% των νέων βιβλίων δεν θα απασχολήσουν τις στήλες της κριτικής. 

Και βέβαια τα κριτήρια επιλογής του 10% δεν θα είναι αμιγώς αξιοκρατικά. Οι προσωπικές σχέσεις του συγγραφέα, οι δημόσιες σχέσεις του εκδοτικού οίκου, και άλλα εξωλογοτεχνικά κριτήρια θα παίξουν σημαντικό ρόλο.

Πού να βρεθεί λοιπόν χώρος για τα μέτρια και κακά βιβλία;

Και όμως, χωρίς την αρνητική κριτική δεν διαμορφώνονται κριτήρια, δεν ακονίζεται η αξιολόγηση, δεν καλλιεργείται το γούστο του κοινού. Ιδιαίτερα σημαντική θα ήταν η αρνητική κριτική σε καταξιωμένους συγγραφείς όταν ξεστρατίζουν και «αμαρτάνουν». Αλλά ποιος τολμάει να θίξει ιερούς άσπρους ελέφαντες; Κάτι που κάνουν (μετά μανίας) οι αλλοδαποί κριτικοί στα ξενόγλωσσα έντυπα που διαβάζω.

Εμείς κι εδώ ακολουθούμε την νεοελληνική αρχή της «μη-αξιολόγησης»... Που σιγά σιγά διαβρώνει όλη μας τη ζωή.